Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

παρασύρθηκε από τούς

  • 1 ατμός

    ο
    1) пар; испарение; 2) πλ. перен. угар, дурман;

    υπό των ατμών της μέθης — под винными парами, во хмелю, в пьяном угаре;

    παρασύρθηκε από τούς ατμούς της αλαζονείας — он стал жертвой своего высокомерия;

    § σκάφος υπ' ατμόν судно под парами;
    βρίσκομαι υπ' ατμόν быть готовым отправиться в путь

    Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό > ατμός

См. также в других словарях:

  • Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… …   Dictionary of Greek

  • Πολωνία — Κράτος της Κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει στα Δ με τη Γερμανία και την Τσεχία, στα ΒΑ με τη Ρωσία και τη Λιθουανία, στα Α με τη Λευκορωσία και την Ουκρανία στα Ν με τη Σλοβακία, ενώ βρέχεται στα Β από τη Βαλτική θάλασσα.H Πολωνία καταλαμβάνει, στη… …   Dictionary of Greek

  • Ισημερινός ή Εκουαδόρ — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Ισημερινού Έκταση: 283.560 τ. χλμ. Πληθυσμός: 13.447.494 (2002) Πρωτεύουσα: Κίτο (1.399.814 κάτ. το 2002)Κράτος της Νότιας Αμερικής, στην οροσειρά των Άνδεων. Συνορεύει στα Β με την Κολομβία και στα Α και Ν με το… …   Dictionary of Greek

  • Ολλανδία — I Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει Δ με το Βέλγιο, Α με τη Γερμανία, και βρέχεται Β από τη Βόρεια θάλασσα.Το σημερινό έδαφος της Ο. προέκυψε μετά την αποχώρηση του Βελγίου, το 1830, από το βασίλειο της Ο., το οποίο είχε δημιουργηθεί το 1815 …   Dictionary of Greek

  • άνθιμος — I (Διονύσιος Ρούσσος, Σαλμώνη Ηλείας 1934 –). Μητροπολίτης Αλεξανδρουπόλεως. Σπούδασε στη φιλοσοφική και στη θεολογική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Χειροτονήθηκε διάκονος το 1964 και πρεσβύτερος το 1965. Υπηρέτησε ως φιλόλογος καθηγητής σε… …   Dictionary of Greek

  • Αισχύλος — I (Ελευσίνα 525 – Γέλα Σικελίας 456 π.Χ.). Τραγικός ποιητής. Για τη ζωή του δεν υπάρχουν πολλές ασφαλείς πληροφορίες. Οι σύγχρονοι του Α. και του Πινδάρου ενδιαφέρονταν πολύ περισσότερο για τα έργα παρά για τους συγγραφείς. Και αργότερα, όμως, οι …   Dictionary of Greek

  • Βέγκα Καρπίο, Φέλιξ Λόπε ντε- — (Félix Lope de Vega Carpiο, Μαδρίτη 1562 – 1635). Ισπανός θεατρικός συγγραφέας και ποιητής (αναφέρεται συχνά απλώς ως Λόπε ντε Βέγκα). Ανήσυχη και θερμή ιδιοσυγκρασία, παρασύρθηκε γρήγορα σε μια ζωή πολυτάραχη και περιπετειώδη, γεμάτη ατέλειωτες… …   Dictionary of Greek

  • Βαλτινός — Επώνυμο αγωνιστών του 1821. 1. Αθανασούλας (Μεσολόγγι 1801 – Αθήνα 1877). Καταγόταν από την οικογένεια των Βαλτινών του Βάλτου. Επειδή ο πατέρας του Ιωάννης υπηρετούσε στην αυλή του Αλή πασά, ο Λεπενιώτης πέταξε στον Αχελώο τον μικρό του γιο Α.,… …   Dictionary of Greek

  • Φρειδερίκος Αύγουστος — I Όνομα βασιλιάδων της Σαξονίας. 1. Φ.Α. A’ o Δίκαιος (1763 – 1827). Γιος και διάδοχος του εκλέκτορα Φρειδερίκου Χριστιανού, βασίλεψε αρχικά με την κηδεμονία του θείου του πρίγκιπα Ξαβιέρου. Το 1778 ανέλαβε μόνος του την εξουσία, την οποία άσκησε …   Dictionary of Greek

  • χριστιανός — I Όνομα βασιλιάδων της Δανίας. 1. X. A’ (1425 – 1481). Γιος του δούκα του Ολδεμβούργου. Μετά τον θάνατο του Χριστόφορου Γ’ έγινε βασιλιάς της Δανίας και το 1450 της Νορβηγίας. Η Σουηδία αντίθετα, αν και υπαγόταν επίσης στο στέμμα της Δανίας, δεν… …   Dictionary of Greek

  • πολυκρατής — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Τύραννος της Σάμου (πέθανε το 522 π.Χ.). Από αριστοκρατική οικογένεια, κατέλαβε (538;) με τη βοήθεια των οπαδών του την αφρούρητη πόλη, ενώ οι Σάμιοι έλειπαν στο ιερό της Ήρας για την ετήσια γιορτή της. Με τη βοήθεια… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»